Copyright : Αρχιμ. Θωμάς Ανδρέου 29-12-2013. Από το Blogger.
RSS

‘’ Δεκαπενταυγουστιάτικος ψάλτης…. ‘’

Βρέθηκε να ξεκουράζεται σε κάποιο ήσυχο μέρος με λίγους κατοίκους ο ευλαβής Ιεροψάλτης ,μαζί με την οικογένεια του. Έτυχε , εκείνο το χρόνο για πρώτη φορά να ζητήσει και να λάβει την απαιτούμενη άδεια από τον Προϊστάμενο του Ναού της μεγαλουπόλεως όπου διακονούσε , ώστε να λείψει στην ομολογουμένως δύσκολη εκείνη περίοδο του Δεκαπενταυγούστου. Είχε συμφωνήσει όμως να είναι ανήμερα της Παναγιάς , στην μεγάλη εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ξανά στο αναλόγιο του Ναού , που εόρταζε μάλιστα την ημέρα εκείνη.

Για τους λιγοστούς κατοίκους του μικρού χωριού , ο ψάλτης αυτός ήταν θείο δώρο μιας και όχι μόνον απολάμβαναν την μυσταγωγική ψαλμωδία του αλλά με προσοχή παρακολουθούσαν τα μεστά από θεολογικό λόγο κηρύγματα του μιας και ήταν Θεολόγος- Καθηγητής σε σχολείο της μεγαλούπολης όπου ζούσε. Οι μέρες πέρασαν γρήγορα όμως και πλησιάζοντας η μεγάλη εορτή Της Μεγάλης Μάνας, κίνησαν τις ετοιμασίες για την επιστροφή. Έλα όμως που και ο Ναός του μικρού πλην φιλόξενου χωριού ήταν και αυτός στην Χάρη Της και γιόρταζε την Αγία Κοίμηση Της.
Μόλις έμαθαν ο παπάς και οι επίτροποι πως έπρεπε να επιστρέψει στον τόπο του, μόνο γονατιστοί δεν πέσαν να τον παρακαλούνε να μείνει μόνο για την γιορτή Της, να ψάλλει στην Χάρη Της να την δοξολογήσει , να ακούσουν από τα χείλη του δυο λόγια που θα μέναν στις καρδιές τους. Ο ψάλτης, βρέθηκε σε δύσκολη θέση… Πως μπορούσε να λείψει στην πανήγυρη του Ναού που έψαλλε τόσα χρόνια. Πως θα άφηνε το αναλόγιο κενό την ημέρα της Πανηγύρεως. Από την άλλη, εάν έφευγε από τον μικρό αυτό χωριό , δεν υπήρχε κανείς να ψάλλει την Κυρά ,εκεί, στο μικρό απόμακρο θρονί Της που οι λιγοστοί κάτοικοι το είχαν ετοιμάσει το είχαν ασβεστώσει , το είχαν στολίσει με μυρίπνοα βασιλικά και γαρδένιες για Εκείνην, την Παντοβασίλισσα….
Οι σκέψεις, διαδέχονταν η μια την άλλη, στο μυαλό του ευλαβούς ανθρώπου που είχε μάθει στην ζωή του το ψαλτήρι να το κάνει σταυρό και ανάσταση μαζί. Από την μια είχε μπροστά του το παρακλητικό βλέμμα του ευλαβούς  Ιερέως του χωριού και από την άλλη την εικόνα του Ναού που έψαλλε, ο οποίος την ημέρα της πανηγύρεως θα έπρεπε να φροντίσει να βρει άλλον ψάλτη ! Άνοιξε την ξύλινη πόρτα της μικρής Εκκλησίας και περπάτησε μέχρι την Εικόνα της Κυράς! Την κοίταξε στα μάτια…. Το φως του καντηλιού φώτιζε την γαλήνια μορφή Της. Προσευχήθηκε σιωπηλά… Μετά από λίγο είχε πάρει την απόφαση του.
-  Για Εσένα θα μείνω εδώ Παναγιά μου, της είπε φωναχτά σχεδόν. Από εκεί και πέρα ανάλαβε Εσύ!
Βγαίνοντας από την Εκκλησία, αισθάνθηκε την ανάγκη να ενημερώσει ως όφειλε τον προϊστάμενο του Ναού της μεγαλουπόλεως. Εκείνος, όπως ήταν φυσικό στεναχωρήθηκε και του το είπε. Τι θα έκαναν εκεί ,σε μια τόσο μεγάλη ενορία , πως θα δικαιολογούσαν την απουσία του Πρωτοψάλτη την ημέρα της πανηγύρεως; Όμως εκείνος ένα απαντούσε. Εάν έφευγε από το μικρό χωριό δεν υπήρχε άλλος ψάλτης. Τουλάχιστον στην μεγάλη ενορία υπήρχαν δύο. Θα μπορούσε ο έτερος να ψάλλει στην πανήγυρη , στο χωριό όμως δεν θα υπήρχε κανένας για να ψάλλει στο αναλόγιο της ταπεινής εκκλησιάς. Τελικά, πως θα μπορούσε αλλιώς να γίνει, αποφασίστηκε να παραμείνει στο χωριό ώστε την άλλη μέρα να ψάλλει στην γιορτή Της Μεγαλόχαρης. 
Ξεκίνησε ο Πανηγυρικός εσπερινός με τα υπέροχα εκείνα ψάλματα που τα ακούει κανείς και νομίζει πως βρίσκεται νοερά εκεί στα άγια χώματα όπου η υψηλοτέρα των ουρανών και καθαροτέρα λαμπηδόνων ηλιακών , άφησε την τελευταία Της πνοή για να οδηγηθεί η ψυχή Της στον ουρανό βασταζομένη από τον Υιό και Θεό Της.  Έψαλλε με ευλάβεια το οκτάηχο δοξαστικό ‘’ Θεαρχίω νεύματι’’ και αισθανόταν την καρδιά του να πάλλεται στους ρυθμούς της ψαλμωδίας … Εκεί, μαζί με τους λιγοστούς κατοίκους, δίχως πολλά- πολλά με απλότητα και ταπείνωση γιόρταζαν την Κυρά Παναγιά. Μόνο σε κάποια στιγμή , ξανάρθε στην σκέψη του το αναλόγιο του περικαλλούς Ναού του που τον περίμενε και τότε μαζί με την ψαλμωδία της καρδιάς του ψιθύρισε :’’ για Σένα έμεινα εδώ Παναγιά μου…’’
Την άλλη μέρα και αφού απολειτούργησαν , ο  ευλαβής Ψάλτης αναχώρησε για τον τόπο του, με μόνη πληρωμή του τις ευχές και τις ευχαριστίες του αγαθού εφημερίου και των καλοσυνάτων κατοίκων του χωριού για την υψηλή διακονία του στην Εκκλησιά τους. Η χαρά του αυτή ήταν! Η διακονία της Εκκλησίας ! Όμως , σκεπτόταν τι θα είχε γίνει στον Ναό που έψαλλε τόσα χρόνια και που για πρώτη φορά έλειπε από την Πανήγυρη… Έφθασε στην πόλη του και αφού άφησε την οικογένεια στο σπίτι του, πήγε στην Εκκλησία προετοιμασμένος ακόμα και για την ανακοίνωση της απολύσεως του. Ήταν διατεθειμένος να δεχθεί με την ταπείνωση που πάντοτε τον διέκρινε  τις συνέπειες της απουσίας του.
Ωστόσο, τον εξέπληξε η συμπεριφορά του προϊσταμένου. Δεν πίστευε στ’ αφτιά του! Ο Προϊστάμενος όχι μόνον δεν το επέπληξε αλλά τον ευχαριστούσε για τον ψάλτη που τους είχε στείλει και ο οποίος έψαλλε τόσο ωραία και μελωδικά που τους είχε καταπλήξει…
-   Μα…, ψέλλισε ο άνθρωπος, δεν έστειλα πάτερ  κανέναν..
-   Ε;  Πώς ήρθε τότε και είπε πως ήταν και φίλος σου, του ανταπάντησε έκπληκτος ο Ιερέας.
-   Πως ήταν το όνομα του; Ρώτησε ο Ιεροψάλτης.
-  Δεν ξέρω, δεν τον ρώτησα και δεν τον πρόλαβα κιόλας. Ίσα – ίσα ένα ευχαριστώ του είπα του ανθρώπου και δεν τον είδα μετά… Τις ώρες αυτές , τι μυαλό να έχεις, μονολόγησε απορημένος ο Ιερέας.
Δεν μπορούσε να καταλάβει τι είχε συμβεί, ωστόσο, βλέποντας πως αυτό ήταν ξεκάθαρο  θαύμα της Παναγίας η οποία του ανταπέδωσε με τον δικό Της μοναδικό τρόπο, το ότι  έμεινε για Εκείνην στο μικρό χωριό , αφού ασπάστηκε την Εικόνα Της, έφυγε από την Εκκλησιά σιγοψιθυρίζοντας αυτό που με την καρδιά του έψαλλε τόσες μέρες στις παρακλήσεις των δεκαπενταυγουστιάτικων δειλινών: ‘’ Τὶ σοι δῶρον προσάξω, τῆς εὐχαριστίας ἀνθ' ὧνπερ ἀπήλαυσα, τῶν σῶν δωρημάτων, καί τῆς σῆς ἀμέτρητου χρηστότητος; Τοιγαροῦν δοξάζω, ὑμνολογῶ καὶ μεγαλύνω, σοῦ τὴν ἄμετρον πρός με συμπάθειαν…’’
Λίγες ημέρες μετά, ένας επιστήθιος φίλος του και συνάδελφος του Ιεροψάλτης, του τηλεφώνησε για να βρεθούν για έναν καφέ . Πραγματικά συναντήθηκαν και το πρώτο πράγμα που του είπε ο φίλος του όταν βρεθήκαν τι ήταν; Μια φορά, του λέει, είπα να έρθω και εγώ στο Ναό σου να ψάλλουμε μαζί στην πανήγυρη και έλειπες εσύ….. Ποιος μπορεί αλήθεια να εξηγήσει τα ανεξήγητα; Ποιος μπορεί να μιλήσει για συγκυρίες ; Έστρεψε ο ευλαβής άνθρωπος τα μάτια του στην εικόνα Της Παναγιάς που ευλογούσε το σπίτι του. Τι άλλο θα μπορούσε να της πει, εκτός από το μεγάλο ευχαριστώ της καρδιάς του! Και οι ψαλτάδες έχουν τον δικό τους τρόπο να μιλάνε στο Θεό, έναν τρόπο που τους κάνει μοναδικούς και ανεπανάληπτους στην διακονία της Εκκλησίας: ‘’Ἐν ὕμνοις εὐχαρίστοις δοξολογῶ, καὶ γεραίρω τὸ ἄμετρον ἔλεος, καὶ τὴν πολλήν, δύναμίν σου ὁμολογῶ καὶ τὰς εὐεργεσίας σου, ἂς ὑπερεκένωσας εἰς ἐμέ, κηρύττω, μεγαλύνω, ψυχῇ τε καὶ καρδίᾳ, καὶ λογισμῷ καὶ γλώσσῃ πάντοτε…’ *
                                                                                                 π. Θωμάς Ανδρέου 





Αφιερωμένο σε όλους τους ψαλτάδες ,που ψάλλουν όχι με τα χείλη τους, αλλά με την καρδιά τους! 
- Το παρόν , αποτελεί αναδημοσίευση, από το περιοδικό '' Άμβων Παγγαίου'' της Ι.Μ. Ελευθερουπόλεως. τεύχος 56.

1 σχόλια:

Stathis είπε...

Των μεγαλείων σου Χριστέ τίς διηγήσηται;!!!

Δημοσίευση σχολίου